Αθωράκιστα στα ρίχτερ τα σχολεία
0Ούτε ένα ούτε δύο αλλά περισσότερες από 117 σχολικές μονάδες στην Ηλεία έχουν κατασκευαστεί πριν από το 1986 ενώ το 80% των σχολικών κτισμάτων δεν διαθέτουν πιστοποίηση ασφαλείας από τον ΟΣΚ- σημερινή ΚΤΥΠ. Κι όλα αυτά ενώ η Ηλεία είναι μία σεισμογενής από την φύση της περιοχή ενώ οι «φήμες» για «νέο σεισμό» ενεργοποίησαν και πάλι τα αντανακλαστικά τόσο των δήμων όσο και των διευθυντών των σχολικών μονάδων.
Μη πιστοποιημένα κτίρια τα οποία κανείς δεν γνωρίζει πως θα «αντιδράσουν» σε περίπτωση σεισμού στεγάζουν σε καθημερινή βάση τα παιδιά που έχουν ήδη ενημερωθεί από τους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων για το πώς θα πρέπει να αντιδράσουν σε ενδεχόμενη σεισμική δόνηση. Η ενημέρωση ωστόσο εκπαιδευτικών αλλά και μαθητών δεν είναι αρκετή όπως επεσήμανε μιλώντας στην «Πρώτη» ο πρόεδρος του συλλόγου δασκάλων νηπιαγωγών Πύργου και περιχώρων Αθανάσιος Κατσίμπελης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι διευθυντής σχολικής μονάδας, που βρίσκεται στα διοικητικά όρια του δήμου Πύργου, έχει στείλει μέχρι και σήμερα όχι ένα αλλά 33 έγγραφα προς τον δήμο Πύργου με τα οποία ζητά να γίνει έλεγχος της σχολικής μονάδας προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία των επισκευών. Την ίδια ώρα οι περισσότεροι διευθυντές σχολικών μονάδων αν και έχουν στην διάθεση τους επικαιροποιημένα σχέδια εκκένωσης σε περίπτωση σεισμού, δεν γνωρίζουν από πότε έγινε ο τελευταίος έλεγχος από μηχανικούς για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η σχολική μονάδα την οποία υπηρετούν.
Υπάρχουν όμως κι άλλα είδους προβλήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την μη ύπαρξη χώρων εκκένωσης σχολικών μονάδων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του 14ου νηπιαγωγείου Πύργου το οποίο στεγάζεται στο ισόγειο πολυκατοικίας και ο μικρός αύλειος χώρος του δεν ενδείκνυται για την μεταφορά των λιλιπούτειων μαθητών.
Την ίδια ώρα αρκετοί δήμοι της Ηλείας έχουν ξεκινήσει αλληλογραφία με την ΚΤΥΠ ζητώντας να γίνει έλεγχος των σχολικών μονάδων –τουλάχιστον εκείνων που έχουν κτιστεί την δεκαετία του ’80 αλλά και προγενέστερα.
Περί σεισμών
Την ίδια ώρα που ο πόλεμος μεταξύ σεισμολόγων για το ένα θα κάνει ή εάν δεν θα κάνει σεισμό στην Δυτική Ελλάδα μαίνεται στο σχέδιο το οποίο έχει αναρτηθεί από την ίδια την Περιφέρεια στο οποίο υπάρχουν και οι χώροι συγκέντρωσης – βοήθειας πολιτών φαίνεται ότι «μπάζει» σε αρκετά σημεία. Χώροι όπως το ΣΩΣΙΠΟΛΙΣ, η πλατεία ΣΠΚ κ.α. είναι κλειστοί για το κοινό ή αντιμετωπίζουν προβλήματα και χρίζουν επισκευών.
Το ερώτημα το οποίο τίθεται είναι κατά πόσο τελικά οι συναρμόδιοι φορείς γνωρίζουν το τι προβλέπεται στο σχέδιο «Ξενοκράτης» που σκοπό έχει τη διαμόρφωση ενός συστήματος αποτελεσματικής αντιμετώπισης καταστροφικών φαινομένων για την προστασία της ζωής, της υγείας και της περιουσίας των πολιτών, καθώς και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Σ’ αυτό καθορίζονται οι ρόλοι των Υπουργείων, των Περιφερειών, των Δήμων και της ΓΓ Πολιτικής Προστασίας , προσδιορίζονται οι εμπλεκόμενοι φορείς και υπηρεσίες καθώς και τα αρμόδια όργανα που θα κληθούν να διευθύνουν και να συντονίσουν τις υπηρεσιακές δυνάμεις σε όλα τα επίπεδα. Επίσης, μεταξύ άλλων, προσδιορίζονται τα αναγκαία στοιχεία για την εκτίμηση και κατάταξη των διαφόρων κινδύνων και τον εντοπισμό των επαπειλούμενων περιοχών και δίνονται οδηγίες ώστε να καταρτιστούν τα ειδικά σχέδια αντιμετώπισης κάθε κινδύνου ανά εμπλεκόμενο φορέα.
Τα Σχέδια Αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών εξειδικεύουν τα έργα, τις δράσεις και τα μέτρα πρόληψης, ανά φορέα και διοικητικό επίπεδο, καθώς και για τις εθελοντικές οργανώσεις αλλά και τις ενέργειες ενημέρωσης του κοινού, και βρίσκονται σε εναρμόνιση με τα αντίστοιχα σχέδια της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας.
Στη χώρα μας, όπου απελευθερώνεται το μισό της ενέργειας που «βγαίνει» από τους σεισμούς όλης της Ευρώπης, οι εκδηλώσεις σεισμικών φαινομένων αποτελούν παράγοντες αυξημένης επικινδυνότητας για τις ανθρώπινες ζωές και τις υποδομές (τόσο λόγω συχνότητας εμφάνισης όσο και λόγω έντασης). Για το λόγο αυτό η Πολιτεία από πολύ νωρίς, προνόησε για την σύσταση φορέα για την Αντισεισμική Πολιτική της Χώρας (ΟΑΣΠ) αλλά και προσδιόρισε τις αρμοδιότητες και τους ειδικότερους φορείς για την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών που προκαλούν οι σεισμικές καταστροφές, στηριζόμενη στην αξιοποίηση της υπάρχουσας αλλά και της διαρκώς εξελισσόμενης επιστημονικής γνώσης, στη σωστή οργάνωση της διοικητικής μηχανής της και στη βέλτιστη ενεργοποίηση των ελεγκτικών μηχανισμών της.